Εξερευνώντας τους διαδρόμους του μυαλού ενός ισοβίτη- χρήστος συμιανός
- Condition: Used
Έσβησαν τη λέξη ελεύθερος …
Έγραψαν ισόβια χρόνια σκλαβιάς …
Διαγράφτηκα από φίλους μου … συγγενείς …
Ακυρώθηκα-Μηδενίστηκα από ανθρώπους …
Έφτασα στο τίποτα-έγινα τίποτα
Πλανήθηκα όσο κανείς άλλος
Αν δεν βίωνα αυτά;
Τα τρία βιβλία που τοποθετήθηκαν στο γραφείο μου είχαν μια ιδιαιτερότητα. Συγγραφέας και ποιητής (πιο πάνω ποίημα) είναι ο Χρίστος Συμιανός, ισοβίτης 7681. Πρόκειται για τα βιβλία: «Εξερευνώντας τους διαδρόμους του μυαλού ενός ισοβίτη» (2012), «Ξημέρωσε Λευτεριά» (2012) και «Αγωνιστής Αγάπης» (2013).
Μέσα από τις σελίδες περιγράφεται ο τρόπος ζωής ενός φυλακισμένου σε ένα σωφρονιστικό ίδρυμα και η προσπάθεια εξισορρόπησης «της συμπεριφοράς έναντι συγκατάδικων και διεύθυνσης φυλακών».
Όπως περιγράφει: «Κοιμάμαι συνήθως μετά τις δύο τα ξημερώματα, τις περισσότερες φορές καθισμένος στη μια πλαστική καρέκλα του κελιού, μόνος να διαβάζω κάποιο βιβλίο. … Πέντε μέτρα όλο κι όλο το κελί, με το εικονοστάσι πάνω απ’το προσκέφαλο, λίγους πίνακες παζλ στους τοίχους, ένα μικρό τραπεζάκι να γράφω και το ξύλινο κρεβάτι στη γωνιά. …. Μακάρι πριν να ενεργούσα, να σκεφτόμουν όπως τώρα». Σε άλλο σημείο αναφέρει: «… το κρύο δεν αντέχεται. Σου τρυπά τα κόκκαλα. Πώς να το σταματήσει ένα τζάμι, δύο πλακάζ, τα σίδερα της φυλακής».
Ο ειδικός αστυφύλακας Χρίστος Συμιανός συνελήφθη στις 17/12/1998, σχετικά με τη δολοφονία του Χαμπή Αεροπόρου, 35 χρονών από το Κολόσσι Λεμεσού, και καταδικάστηκε σε ισόβια. Όπως αναφέρει: «… όταν καταδικάστηκα σε ισόβια κάθειρξη, μου φαινόταν ένα απέραντο ατέλειωτο βουνό, προσπάθεια επιβίωσης, που με καταπλάκωνε και μόνο η σκέψη της ποινής».
Είναι πραγματικά λυπηρό ένας νέος άνθρωπος (όποιος και να’ναι) να χάνει τη ζωή του και ένας άλλος συνομήλικός του (36) να καταδικάζεται να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του στη φυλακή. Στην αυτοβιογραφία του αναφέρει ότι κατάγεται από την Κερύνεια όπου το 1974 έμεινε εγκλωβισμένος για ένα χρόνο. Υπηρέτησε στην αστυνομία για 13 χρόνια, πριν φυλακιστεί σε ισόβια.
Στο ποίημά του: «Το μονοπάτι που διάλεξα» γράφει: «Ποιο από τα δυό μονοπάτια, να πάρω απορούσα …». Προφανώς διάλεξε λάθος μονοπάτι. Ωστόσο συνεχίζει: «Νιώθω τυχερός κι ας βρίσκομαι εδώ μέσα στην τόσο μίζερη ζωή της φυλακής, γιατί οι δυσκολίες, οι κακουχίες, μα πιο πολύ οι στερήσεις, δεν με διαχώρισαν από εσένα Θεέ μου, αλλά με έφεραν πιο κοντά σου. Ποτέ μου δε θα άλλαζα … πραγματικά ... Αλλά θα σου ζητήσω Θεέ μου: Κράτησε μου το χέρι … βοήθα με, μες τα σκοτάδια μου …».
Τα βιβλία είναι αφιερωμένα «στην Συνοδοιπόρο και Αγάπη της ζωής μου, την γυναίκα μου, που μου έριξε σχοινί να αναρριχηθώ, από το βάθος των ισοβίων». Στα σαράντα έξι του, και ενώ βρισκόταν στη φυλακή, ερωτεύτηκε τη γυναίκα του: «…την σύζυγο μου, γιατρό των φυλακών, έναν υπέροχο άνθρωπο, όπου μετά από πάροδο λίγων μηνών παντρευτήκαμε».
Χιλιάδες αμέτρητα μερόνυχτα παρακαλεί, προσεύχεται «να’ μαι κοντά σου φύση μια μέρα. Να ξαπλώσω εκεί κοντά στο ποτάμι που τρέχει, σ’ένα πράσινο κάμπο. Να νιώθω την μυρωδιά των πουλιών, το αγέρι να με χαϊδεύει στο πρόσωπο, το κουδούνισμα, τα βελάσματα ενός κοπαδιού …».
Φιλοσοφεί και γράφει: «… γι’αυτούς που έζησαν σε φυλακές, στρατόπεδα συγκέντρωσης, ερημίτες, ασκητές, τους έχουν στερήσει τα πάντα εκτός από ενός: Την ελευθερία να επιλέξουν την στάση που θα τηρούν σε κάθε δεδομένη στιγμή. Να επιλέγουν το δικό τους τρόπο συμπεριφοράς». «Τίποτα δεν μ’ άφησαν να κυβερνώ. Ούτε τη ζωή μου – μόνο η καρδιά είναι δικιά μου».
Οι φυλακισμένοι «στην εκκλησία βρήκαν την αγάπη που τόσο στερήθηκαν, την συγχώρεση των πράξεων … Έχουν ανακαλύψει τον μεγαλύτερο θησαυρό, όχι στη γη, στις καρδιές τους ... την Αγάπη … Δεν υπάρχουν κακοί άνθρωποι. Κακές συμπεριφορές υπάρχουν. Οι άνθρωποι χρειάζονται την βοήθεια με καλοσύνη κι αγάπη, κι ας ονομάζονται ¨κακοί¨».
Συμβουλεύει τους νέους να χαλιναγωγήσουν τις παρορμήσεις τους διότι «η βία προσελκύει παρόμοια βία». «Το να συλλέγεις διαρκώς περισσότερα, είναι ενέργεια που περιθωριοποιεί πρώτα εσένα και μετά διασπά την ενότητα με τον συνάνθρωπο σου …».
Check for updates in favorites section